"Κορίτσια εγώ πάω πάνω. Πρέπει να αρχίσω να ετοιμάζομαι δεν θα προλάβω." είπε η Έλη αφήνοντας τον κήπο και την λιακάδα για να μπει στο κτίριο. Τον απολάμβανε τον πρωινό καφέ με τις φιλενάδες της στον κήπο, ήταν άλλωστε μια συνήθεια ετών, αλλά σήμερα ήταν μια ξεχωριστή μέρα. Ήταν ο χορός και έπρεπε να ετοιμαστεί από νωρίς. Τον περίμενε με ανυπομονησία κάθε χρόνο. Θα έφτιαχνε τα μαλλιά της κότσο, που πίστευε ότι της πάνε πολύ, θα βαφόταν όπως έκανε όταν ήταν νέα (γιατί μπορεί να ένιωθε νέα, αλλά ο χρόνος είχε αφήσει έκδηλα τα σημάδια του στο πρόσωπο της) και το σημαντίκοτερο θα έβαζε το αγαπημένο της φόρεμα. Στην πραγματικότητα δεν ήταν φόρεμα, αλλά το νυφικό της. Της άρεσε τόσο πολύ που το είχε τροποποιήσει για να μπορεί να το φοράει στο χορό. "Πρέπει να βιαστώ." σκέφτηκε καθώς ανέβαινε τη σκάλα για το δωμάτιο της.
"Μα καλά κάθε χρόνο τα ίδια. Δεν βαρέθηκε αναρωτιέμαι; Κάθε φορά η ίδια ιστορία. Και άντε, πες το να ντύνεται από τόσο νωρίς να το δεχτώ. Το ότι φοράει τα ίδια ρούχα κάθε χρόνο;" η Κατερίνα ξέσπασε σε παραλήρημα.
" Δεν έχεις προσέξει πόσο όμορφη και λαμπερή είναι όταν την τυλίγει αυτό το λευκό κομμάτι υφάσματος; Λες και έχει κλέψει τη λάμψη από το χρώμα του. Δεν φοράει ένα απλό φόρεμα, αλλά όλες τις αναμνήσεις και τα συναίσθηματα που τη συνδέουν μαζί του." αναστέναξε η Φλώρα.
"Τι να πεις και συ; Αθεράπευτα ρομαντική δεν είσαι; Εγώ πάντως..." δεν πρόλαβε η Κατερίνα να ολοκληρώσει τη φράση της (ευτυχώς δηλαδή γιατί πάντα χολή έσταζε) καθώς είδε τη νεανική φιγούρα της Μάνιας να ξεπροβάλει.
"Κυρίες μου. Τέλος η κουβεντούλα. Ώρα γιανα πάμε μέσα για τα φαρμακάκια σας." πάντα καλοσυνάτη η Μάνια και αν και καινούρια είχε εναρμονιστεί πλήρως με το περιβάλλον.
"Τι καλή η εγγονή σου." είπε η Φλώρα καθώς έμπαιναν μέσα.
"Το' χετε χάσει όλες με αυτό το χορό μου φαίνεται." η Κατερίνα όπως πάντα ήθελε να πει την τελευταία κουβέντα.
Η Κορίνα περίμενε αρκετή ώρα την Έλη στο δωμάτιος της. Είχε άφθονο χρόνο να περιεργαστεί το χώρο. Της φαινόταν περίεργο που ήταν εκεί και την περίμενε. "Της θα της πω και πώς; Δεν με ξέρει καν. Από που να ξεκινήσω;" πολλές σκέψεις στροβιλίζονταν στο κεφάλι της, οπότε προτίμησε να χαζέψει το δωμάτιο για να ξεχαστεί. Ο χώρος έμοιαζε πλημμυρισμένος από ρομαντισμό και αγάπη. Παντού λουλουδάκια, οι αποχρώσεις του ροζ και του κόκκινου στις κουρτίνες, στα καλύμματα, χαριτώμενα φωτιστικά, λούτρινα ζωάκια και φωτογραφίες δικές του. Απίστευτο πόσες φωτογραφίες του Παύλου υπήρχαν στο δωμάτιο. "Ωραίος ο πατέρας στα νιάτα του τελικά." σκέφτηκε φωναχτά η Κορίνα.
" Θέλετε κάτι;" η φωνή της Έλης διέκοψε τη σκέψη της.
" Γεια σας. Είμαι...(η στιγμή που φοβόταν είχε έρθει) μια γνωστή του Παύλου. Του Παύλου Αποστόλου αν θυμάστε." ΄
"Να'σαι καλά κορίτσι μου. Με έκανες και γέλασα. Άκου εκεί αν θυμάστε. Λες να μην θυμάμαι τον άντρα μου; Και τον θυμάμαι και τον βλέπω. Κοίτα, όχι κοίτα πόσες φωτογραφίες του έχω γύρω μου. Δεν είναι όμορφος; Όμως πες μου λίγο γρήγορα τι θέλεις γιατί έχουμε χορό σήμερα και πρέπει να ετοιμαστώ. Αλήθεια; Γνωστή είπες; Από που; Πως σε λένε; Δεν μου έχει πει ποτέ για σένα." μονολόγησε για λίγο η Έλη και μετά άρχισε να ψάχνει την ντουλάπα της.
Η Κορίνα δίστασε στην αρχή, αλλά ήταν πεπεισμένη ότι έπρεπε να της πει για ποιο λόγο ήταν εκεί. Πήρε μια βαθιά ανάσα και πάνω που ήταν έτοιμη να μιλήσει είδε το νυφικό να βγαίνει από την ντουλάπα. Χλώμιασε."Αυτό θα βάλετε;" ρώτησε με τρεμάμενη φωνή.
"Ναι. Μην γελιέσαι όμως. Δεν είναι φόρεμα. Είναι το νυφικό μου. Από τότε που "έφυγε" ο Παύλος το φοράω σαν φόρεμα. Είναι ένας τρόπος να τον νιώθω κοντά μου. Αυτόν και όλα όσα ζήσαμε μαζί. Λοιπόν; Σου αρέσει;" δεν είχε δει τα δάκρυα που κυλούσαν στο πρόσωπο της Κορίνας.
"Είναι πολύ όμορφο κυρία Έλη. Να σας βοηθήσω με τα μαλλιά και το βάψιμο; Θα μου έδινε μεγάλη χαρά." η απόφαση της Κορίνας ήταν γεγονός. Θα τη βοηθούσε να ετοιμαστεί και θα έφευγε, χωρίς να της πει τίποτα.
Καθώς βοηθούσε την Έλη να ετοιμαστεί τα μάτια της βούρκωναν και ένιωθε να βράζει από οργή."Πώς γίνεται; Πώς γίνεται να τον αγαπάει ακόμα; Αυτός την εγκατέλειψε την παραμονή του γάμου τους για την μητέρα μου, για τα λεφτά της μητέρας μου και είναι υπεύθυνος που βρίσκεται εδώ μέσα. Της κατέστρεψε τη ζωή και αυτή τον έχει σαν θεό. Είχε δίκιο η διευθύντρια τελικά." σκεφτόταν η Κορίνα καθώς έβαζε την τελευταία φουρκέτα στον κότσο της Έλης.
"Είστε έτοιμη. Και πολύ όμορφη. Θα κάψετε καρδιές σήμερα." είπε και της ΄χαρισε ένα χαμόγελο.
" Ευχαριστώ κορίτσι μου. Εγώ όμως μόνο μια καρδιά ήθελα και θέλω. Του Παύλου μου. Με συγχωρείς τώρα πρέπει να πάω στα κορίτσια. Χάρηκα πολύ που σε γνώρισα." και έφυγε από το δωμάτιο.
Η Κορίνα βγήκε στο διάδρομο και ξέσπασε σε κλάματα. Όταν συνήλθε πήγε να βρει την διευθύντρια.
" Κυρία Γεωργιάδου είχατε δίκιο. Ήταν μάταιο που ήρθα. Δεν μπόρεσα να της πω για το θάνατο του πατέρα. Ζει στην δική της πραγματικότητα και το μόνο που θα κατάφερνα, αν το κατάφερνα δηλαδή, θα ήταν να την ταράξω. Άλλωστε και η ίδια ζει με την εντύπωση ότι είναι νεκρός. Τώρα αν πέθανε τότε για εκείνη ή τώρα τη διαφορά έχει; Σας ευχαριστώ πάντως για το χρόνο σας."
" Δεσποινίς Αποστόλου γι' αυτό σας είχα προειδοποιήσει. Δεν έχει καμία επαφή με την πραγματικότητα. Το μυαλό της έχει μείνει κολλημένο εκεί. Την εποχή που ήταν αρραβωνιασμένη με τον πατέρα σας. Λυπάμαι που μπήκατε σε τόσο κόπο χωρίς λόγο." της απάντησε η διευθύντρια.
" Κάτι τελευταίο. Μια ερώτηση. Είναι τουλάχιστον ευτυχισμένη εδώ;" ρώτησε η Κορίνα που είχε συμπαθήσει την Έλη πολύ και την λυπήθηκε ακόμα περισσότερο.
" Είναι αρκετά ευτυχής εδώ. Ειδικά όταν έχουμε τον χορό. Λάμπει με το λευκό της φόρεμα. Πάντα κλέβει την παράσταση." απάντησε η διευθύντρια.
Βγαίνοντας η Κορίνα από το ίδρυμα σκέφτηκε ότι ήταν καλύτερα έτσι. Μπορεί η Έλη να ζει στον κόσμο της αλλά τουλάχιστον δεν θυμάται πόσο κάθαρμα ήταν ο πατέρας της. " Άντε να ζήσουμε να τον θυμόμαστε όπως η Έλη." ειρωνέυτηκε τον εαυτό της.