Τρίτη 25 Μαρτίου 2008

Ιεροτελεστία


Μιλούσαμε καιρό στο ίντερνετ. Χρειάστηκαν βέβαια μήνες για να νιώσουμε και οι δύο αρκετά οικεία ώστε να ανταλλαξούμε τηλέφωνα. Η φωνή του ήταν ήρεμη και γλυκιά. Κάναμε άπειρες συζητήσεις για πάρα πολλά θέματα. Δεν μπορούσα να το εξηγήσω ακριβώς, αλλά αυτός ο άνθρωπος είχε κάτι. Δεν ήμουν σίγουρη για το πως το έβλεπε εκείνος, αλλά από τη συμπεριφόρα του, μπορούσα να καταλάβω πως ένιωθε το ίδιο.
Όλο αυτό το δέσιμο δέχτηκε αρνητικές κριτικές από τον περίγυρο και των δυο μας. Κανείς δεν καταλάβαινε και το θεωρούσαμε και οι δυο μας πολύ φυσικό να υπάρχουν τέτοιες αντιδράσεις. Κάποια στιγμή ο Hfaistwnas άρχισε να επιδιώκει να συναντηθούμε. Δε ν ήταν πως δεν ήθελα να τον γνωρίσω. Αλλά προτιμούσα να τον αφήσω στη σφαίρα της φαντασίας. Εκείνος όμως επέμενε. Τον είχα αναστώσει πολύ έτσι μου έλεγε.
Σε κάποιο τηλεφώνημα μας η φωνή του έγινε έντονη, βαριά. "Orestis τέρμα τα αστειάκια. Πρέπει να συναντηθούμε." μου είπε και το έκλεισε. Δεν αναρωτηθήκα τι περίμενε να κάνω, το ήξερα. Θα του τηλεφωνούσα ξανά μόνο αν του έλεγα ώρα και μέρος για τη συνάντηση μας. Δεν είχα καταλάβει γιατί και πως ακριβώς του είχα αναστατώσει τη ζωή, αλλά έπρεπε να το ξεκαθαρίσω. Του ζήτησα να έρθει σπίτι μου, ζητώντας του συγγνώμη εκ των προτέρων για την ακαταστασία. Έβαφα το σαλόνι και όλα ήταν άνω κάτω.
Ο Hfaistiwnas ήρθε στην ώρα του. Όταν τον είδα έμεινα έκπληκτη. Το παρουσιαστικό του ήταν όπως τον είχα φανταστεί. Μια φιγούρα λεπτή και αέρινη, με πυρόξανθα μπουκλωτά μαλλιά, που είχε πιάσει τα μισά και τα υπόλοιπα έπεφταν ανέμελα στους ώμους του. Τα μάτια του μεγάλα και γαλανά με κοίταζαν με διαπεραστικό τρόπο. "Εσύ είσαι λοιπον;" με ρώτησε καθώς προχωρούσε προς τον καναπέ. Δεν ήξερα τι να απαντήσω. Έγνεψα απλά με το κεφάλι και παρέμεινα σιωπηλή.
Έβαλε μόνος του καφέ, καθώς τα είχα όλα έτοιμα στο τραπεζάκι και ήπιε μια γουλιά. Μπήκε κατευθείαν στο θέμα. "Έχω τσακωθεί άσχημα κι είμαι χάλια με τη σχέση μου εξαιτίας σου." είπε και με κοίταξε. Το βλέμμα μου γέμισε απορία, την οποία μου έλυσε αμέσως. "Δεν ξέρω γιατί, αλλά ασκείς πάνω μου μια παράξενη επιρροή. Από τότε που αρχίσαμε να μιλάμε, έχω χασει το μυαλό μου. Το μόνο που ήθελα τόσο καιρό ήταν να σε γνωρίσω." είπε και λύγισε. Τα μάτια του γέμισαν δάκρυα. Πήγα δίπλα του και του χάιδεψα τα μαλλιά.
"Σε καταλαβαίνω. Καμιά φορά οι άνθρωποι δένονται έτσι απλά, λες και πάντα έψαχναν ο ένας τον άλλο, γίνεται από μονο του, σαν μαγεία." του είπα, αλλά ήξερα πως δεν μπορούσα να απαλύνω τον πόνο του. Σήκωσε τα προσωπό του και με κοίταξε, έπειτα κοίταξε τον μοναδικό άσπρο τοίχο που βρισκόταν απέναντι του. "Τι χρώμα θα τον βάψεις;" με ρώτησε. ¨Κόκκινο." του απάντησα. Δεν το είχα σχεδιάσει, αλλά ενστικτωδώς άρπαξα την κανάτα με το νερό και τον χτύπησα στο κεφάλι. Έπεσε αναίσθητος στα πόδια μου. Τον σήκωσα και τον ακούμπησα στον καναπέ.
Πήρα το ξυστήρι που είχα για τον τοίχο, μια λεκάνη, κάθισα, ακούμπησα το κεφάλι του στα γόνατα μου και του έκοψα το λαιμό. Το αίμα έτρεξε και γέμισε την λεκάνη. Σηκώθηκα, αφήνοντας τον να πέσει στον καναπέ. Μετά πήρα το σφουγγάρι το βούτηξα στην λεκάνη και άρχισα να βάφω τον τοίχο. Το αίμα ήταν λίγο και χρειάστηκε να του κόψω και τις φλέβες για να ολοκληρώσω όλο τον τοίχο. Όταν τελείωσα, πήγα στο μπάνιο και πήρα το ψαλίδι. Του έλυσα τα μαλλιά και έκοψα αρκετές τούφες από τις ξανθές του μπούκλες.
Πήρα την κόλα και άρχισα να τις κολλάω στον τοίχο. Άλλες τις τέντωνα λίγο παραπάνω και άλλες τις άφηνα όπως ήταν. Ήταν σαν ένα κολάζ με πολλά σπιράλ διάσπαρτα πάνω στο κόκκινο φόντο. Το αποτέλεσμα ήταν τέλειο. Ήταν αυτό που έψαχνα. Ήταν λες και ο Hfaistiwnas δεν ήταν μόνο κομμάτι του τοίχου, αλλά της ζωής μου. Μπορεί να μην καταλάβαινα πως είχαμε βρεθεί, ούτε πως είχαμε δεθεί τόσο, αλλά ήξερα πως δεν θα άφηνα κανέναν και τίποτα να μου το στερήσει. Θα τον κρατούσα σαν ένα κομμάτι δικό μου και πλέον και του τοίχου μου.

Τρίτη 18 Μαρτίου 2008

Από αγάπη υπερβολική


Αν και πολύ διαφορετικές σαν άνθρωποι, είχαμε βρει με τη Soula ένα κοινό κώδικα επικοινωνίας, που μας έβγαινε πολύ καλά. Εκείνη ήταν η εντυπωσιακή γκόμενα, που όλοι κοίταγαν. Εγώ ο αφανής παρατηρητής, που του αρκούσε να κοιτάει. Είμασταν αχτύπητο δίδυμο. Βγαίναμε και προκαλουσάμε πανικό. Η Soula πάντα θα γυρνούσε σπίτι συνοδεύομενη από τον τυχερό της βραδιάς. Εγώ γυρνούσα με τις φίλες μου, τις τεκίλες, και πέφταμε τύφλα για ύπνο. Την επόμενη μέρα, θα άκουγα την πλήρη αναφορά της προηγούμενης βραδιάς με όλες τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες.
Την καμάρωνα, καθώς την παρακολούθουσα να κινείται δυναμικά και να γοητεύει τους πάντες γύρω της. Όμως είμαι σχεδόν σίγουρη, πως μέσα της εκείνη δεν καταλάβαινε. Τη θυμάμαι ξαπλωμένη στον καναπέ, μετά από κάποιο ξενύχτι να με ρωτάει "Μ' αγαπάς;" και εγώ απλά χαμογελούσα. Και σε μεγάλο βαθμό οφείλω να ομολογήσω πως το διασκέδαζα. Ήταν η μοναδική στιγμή ανασφάλειας, που μοιραζόταν μαζί μου.
Δεν μπορώ να θυμηθώ πότε άλλαξε. Έχω όμως έντονες στη μνήμη μου τις συζητήσεις μας. Το πόσο είχε βαρεθεί αυτή τη ζωή και επιθυμούσε κάτι πιο μόνιμο. "Η πολλή αγαπή σκοτώνει." της έλεγα. "Αχ, ρε Orestis εσύ είσαι αλλιώς γι' αυτό το λες." ήταν η απάντηση, που μου έδινε. Δεν είμαι σίγουρη αν όντως ήμουν αλλιώς. Μα ξέρω πως το πίστευα και ήμουν διατεθειμένη να την υποστηρίξω αυτή την άποψη μέχρι τέλους.
Την έβλεπα σιγά σιγά να αλ
λάζει και δεν μπορούσα να κάνω τίποτα. Όταν γνώρισε τον Στέλιο κάπως συνήλθε. Μετά εκείνος έφυγε, έγινε χειρότερα από πριν και μέρα με τη μέρα μαράζωνε. Προσπάθησα να την επανεφέρω στα παλιά, μα στάθηκε αδύνατο. Τότε πήρα την μεγάλη απόφαση. Αφού δεν ήθελε τη ζωή της πίσω, με όποια μορφή κι αν η ίδια επέλεγε, καλύτερα να μην είχε καθόλου. Φέρθηκα εγωιστικά, το παραδέχομαι. Την αγαπούσα όμως πάρα πολύ για να την αφήσω έτσι.
Την περίμενα στο σπίτι μου. Όλα θα γίνονταν απλά. Είχε τον εντυπωσιασμό στη ζωή της έτσι κι αλλιώς. Δεν χρειαζόταν η δική μου παρέμβαση σε αυτό. Την μέθυσα και την έκανα λιώμα. Ήταν σχεδόν ημιλιπόθυμη. Την ξάπλωσα στον καναπέ και πήρα το μεγάλο μαξιλάρι στα χέρια μου. Το έσφιξα πάνω από το πρόσωπο της. Αντιστάθηκε λίγο, αλλά έπειτα παραδόθηκε. Το σήκωσα μόνο όταν είχε πάψει και η παραμικρή κίνηση του σώματος της. Έμεινα με το μαξιλάρι στο χέρι να την κοιτάζω.Το πρόσωπο της είχε μουτζουρηθεί από το κλάμα και την πίεση του μαξιλαριού.
Την ξέβαψα προσεχτικά και έπειτα την μακιγιάρισα από την αρχή. Ήταν εντυπωσιακή και αυτό δεν μπορούσα να της το στερήσω, ειδικά αυτή την ώρα. Κοίταζα το νεκρό της σώμα αρκετή ώρα. Μπήκα στον πειρασμό να της φερθώ πιο βίαια, μα δεν ηθελα να την αλλοιώσω. Ήθελα να την θύμαμαι άψογη, όπως πάντα. Την σκέπασα με την κουβέρτα και έσκυψα πάνω της. Τη φίλησα στο μάγουλο και της ψιθύρισα στο αυτί. "Η πολλή αγάπη σκοτώνει. Στο είχα πει, μα έπρεπε να το ζήσεις για να με πιστέψεις. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος."

Δευτέρα 17 Μαρτίου 2008

ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΚΑΠΟΙΟΥΣ; ΟΧΙ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ / A DOMESTIC PARTNERSHIP THAT DISCRIMINATES? NO THANKS



Στην Ελλάδα οι γκέι, οι λεσβίες και οι τρανσέξουαλ γνωρίζουν από διακρίσεις. Τις αντιμετωπίζουν καθημερινά στην οικογένεια, την κοινωνική ζωή και τον επαγγελματικό στίβο.

Καμιά φορά όμως φτάνει μια σταγόνα για να ξεχειλίσει το ποτήρι.

Σύμφωνα με δημοσιεύματα του τύπου το Υπουργείο Δικαιοσύνης ετοιμάζεται να καθιερώσει ένα 'συμβόλαιο συμβίωσης' ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΑ για τα ετερόφυλα ζευγάρια. Δεν θεωρούμε ότι ένα απλό 'συμβόλαιο' μπορεί να λύσει τα ζητήματα των ζευγαριών ίδιου φύλου, ούτε να εξασφαλίσει την ισότιμη μεταχείρισή τους. Πιστεύουμε όμως ότι η προτεινόμενη διάκριση είναι κατάφωρα αντίθετη τόσο με το ελληνικό Σύνταγμα όσο και με τις ευρωπαϊκές συνθήκες για τα δικαιώματα του ανθρώπου. Πόσο μάλλον όταν 18 ευρωπαϊκές χώρες ήδη παρέχουν νομική κατοχύρωση στα ζευγάρια ίδιου φύλου.

Σκοπός αυτής της πρωτοβουλίας είναι να ενημερωθούν σχετικά οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, οι οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, ιστοσελίδες και ιστολόγια σε όλο τον κόσμο. Αυτό που ζητάμε είναι ίσα δικαιώματα για όλους. Τίποτα παραπάνω, τίποτα λιγότερο.

Αυτή τη φορά δεν θα μείνουμε σιωπηλοί. Αυτή τη φορά δεν θα κάτσουμε με σταυρωμένα χέρια.

ΕΛΛΗΝΕΣ ΜΠΛΟΓΚΕΡ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΝ


In Greece gays, lesbians and transexuals know about discrimination. They face it daily from their families, in their social lives and in the professional field.

But sometimes, all it takes is a single straw to break the camel's back.

According to press reports, the greek government is preparing to introduce a domestic partnership 'contract' EXCLUSIVELY for unmarried heterosexual couples. We do not believe that a mere 'contract' can resolve the issues same-sex couples face or ensure their fair treatment under the law. However this discriminatory proposal is a direct contravention of the greek Constitution, as well as european human rights treaties. Especially since same-sex couples already enjoy legal rights in 18 european nations.

The aim of this intervention is to make sure that european institutions, human rights organisations, websites and weblogs from around the world learn about these proposals. What we ask for is equal rights for all. Nothing more and nothing less.

This time around we will not sit idly by. This time around we will not keep silent.

GREEK BLOGGERS AGAINST DISCRIMINATION

Τρίτη 11 Μαρτίου 2008

Κόντρα...

Το μήνυμα που έλαβαν ο Revqueer και ο G for George δεν τους πρόκαλεσε έκπληξη αρχικά. Μόνο όταν συναντήθηκαν από κοντά και διαπίστωσαν πως ήταν ακριβώς το ίδιο ένιωσαν ένα μικρό ρίγος να τους διαπερνά. "Τι λες να σημαίνει;" ρώτησε ο Renqueer. " Δεν ξέρω, αλλά με τρομάζει ελαφρώς. Δεν το συνηθίζει να κάνει συναντήσες σε δημόσιο χώρο." απάντησε ο George. Σύντομα όμως θα έπαιρναν τις απαντήσεις που ήθελαν.
Ο George δεν είχε άδικο. Η Orestis σπάνια συναντούσε κάποιον εκτός του σπιτιού της. Μα την απάντηση την έδωσε η ίδια όταν τους συνάντησε. "Δεν έχετε λόγο να ανησυχείτε. Θα ζήσετε. Μόνο όταν μπαίνει κάποιος στο σπίτι μου, δεν ξαναβγαίνει από αυτό." τους είπε με ήρεμη φωνή, που όμως εξίταρε την περίεργεια τους. "Τι συμβαίνει; Τι θέλεις;" ρώτησαν σχεδόν ταυτόχρονα. "Απλά τη βοήθεια σας. Μην ρωτήσετε για ποιόν. Ξέρουμε όλοι." απάντησε.
Η αλήθεια ήταν πως όλοι ήξεραν ότι η καμπάνα χτυπούσε για τον Αpsoy, κανείς όμως δεν ήθελε να συζητήσει περαιτέρω το γιατί. Εξάλλου όλοι τους το ίδιο απότελεσμα επιθυμούσαν. Το πως θα γινόταν το ανέλαβε η Orestis. Οι άλλοι έπρεπε απλά να φέρουν τον Apsoy στο σπίτι της. Ήταν εύκολο. Πρόσχημα ήταν μία ταινία και ένα ποτό, το οποίο σίγουρα θα ακολούθουσαν πολλά ακόμη. Την Πέμπτη το βράδυ ο Apsoy θα καθόνταν στον καναπέ της.
Δεν τον άφησαν να πιει πολύ. Τον ήθελαν νηφάλιο. Κάποια στιγμή ο Revqueer σηκώθηκε και τον χτύπησε στο κεφάλι με ένα ρόπαλο, που είχε ξεμείνει από τις απόκριες. "Καλά τι κάνεις;" φώναξε ο Apsoy. Δεν πρόλαβε να πει κάτι άλλο, η Orestis τον κοπάνησε με το πορτατιφ και έπεσε ξερός. "Ερασιτέχνες." είπε και γύρισε και κοίταξε τον Revqueer και το G for George, που την κοίταζαν άφωνοι. Μετά πήγε στην κουζίνα και γύρισε κρατώντας μια σακούλα. Τους έδωσε από ένα ζευγάρι γάντια και τους ζήτησε να τα φορέσουν και να γδύσουν τον Apsoy.
Έβγαλε τα σωληνάρια με τις κόλλες και τους έδωσε από ένα. Άρχισαν να την απλώνουν στο σώμα του Apsoy αρκετά προσεχτικά, ντύνοντας τον ταυτόχρονα για να μην στεγνώσει η κόλλα, αλλά να προλάβουν να κολλήσουν τα ρούχα πάνω του. Όταν τελείωσαν τους ζήτησε να απλώσουν το πλαστικό πλέγμα για να καλύψει το πάτωμα. Πήραν το σώμα του Apsoy και το ξάπλωσαν, αφού το έδεσαν χειροπόδαρα. Τους άφησε για λίγο εκεί να το περιεργάζονται και πήγε στο μπάνιο.
Γύρισε με ένα τεράστιο χαμόγελο, κρατώντας στο χέρι τρία ξυραφάκια Astor της Big. "Καλά τι είναι αυτά; Που τα θυμήθηκες;" ρώτησε ο George. "Τα χρησιμοποιεί ο μπαμπάς μου, αλλά μην χάνουμε χρόνο." απάντησε η Orestis. Τους είπε να ξεκινήσουν πρώτοι ξυρίζοντας το πρόσωπο του Apsoy, σε βάθος. Εκείνη συνέχισε με το υπόλοιπο σώμα σκορπίζοντας αίματα και κομμάτια από ρούχα παντού. Ο Apsoy είχε συνέλθει από τον έντονο πόνο του ξυραφιού στο δέρμα του. Τον φίμωσαν όμως και συνέχισαν. Όταν τους κούρασε η ίδια μονότονη κίνηση ο Revqueer είχε μια ιδέα. Άρχισαν να γράφουν τα ονόματα τους με το ξυράφι στο σώμα του. Σε λίγη ώρα το είχαν κατακρεουργήσει κάνοντας το χώρο χάλια, αίματα, σάρκα και ρούχα βρίσκονταν παντού.
"Η τελική πινελιά ειναι δική σου." της είπαν και οι δύο, αφήνοντας τα ξυράφακια να πέσουν από τα βαμένα με αίμα, κόκκινα γάντια τους.. Τότε η Orestis με το ξυράφι στο χέρι άρχισε να χαράζει κύκλους στο σώμα του ξεκινώντας από τα πόδια. Όταν έφτασε στον θώρακα δεν πρόλαβε καν να σχηματίσει ημικύκλιο και σταμάτησε. Έπειτα το χέρι της κινήθηκε κατεύθειαν προς την καρωτίδα του, επιφέροντας του το τελειωτικό χτύπημα. Σηκώθηκε, έβγαλε τα γάντια και κοίταξε τους άλλους δύο. "Γιατί το άφησες μισό;" τη ρώτησαν. "Γιατί όταν βρίσκεις κάτι ιδανικό σε κάποιον, πρέπει να το αφήνεις απείραχτο."

[Apsoy διαταγή εξετελέσθη. Το τέλος βγήκε λίγο μελό, αλλά σου έχω αδυναμία τι να κάνω;]

Πέμπτη 6 Μαρτίου 2008

Το πουκάμισο


Θυμάμαι ακόμα το λαχανί σου πουκάμισο. Εκείνο που φορούσες όταν είχες έρθει. Τόσο έντονο, τόσο οικείο. Αν και δεν μου άρεσε ιδιαίτερα σαν χρώμα, το θυμάμαι να με συντροφεύει. Εκείνα τα πράσινα γυαλιά μου, την μπάλα, την ματωμένη μύτη και έπειτα εκείνα, κομμάτια στο έδαφος. Μετά ήταν η μπούζα η μακό. Την φορούσα μόνο στα ιδιαίτερα. Κάθε φορά που δεν ήξερα την απάντηση, με θυμάμαι να την κοιτάω και να σφίγγω τα χείλη μου, αμήχανα. Σημάδια πράσινα που έμειναν χαραγμένα. Και το δικό σου πιο βαθύ, πιο ισχυρό.
Σε θυμάμαι να το φοράς και το πρόσωπο σου να φωτίζεται από εκείνο το πουκάμισο, όπως έπεφτε πάνω σου το φως. Τα βήματα γοργά, συνοδεύονταν από χαμόγελα πλατιά. Όμως γρήγορα οι εικόνες εναλλάσσονται και θυμάμαι εκείνα, τα ίδια χείλη σφιγμένα, τα δάκρυα να κυλούν και τα βήματα να γίνονται αργά. Και αυτό το λαχανί σου το πουκάμισο δεν είχε πια κουμπιά. Γι' αυτό σου λέω να μην το ξαναβάλεις, κι ας είναι για να έρθεις. Γιατί τώρα πια, δεν φοβάμαι μήπως σε χάσω. Που θα σε προσπεράσω, αυτό είναι που μ' ενοχλεί.

Δευτέρα 3 Μαρτίου 2008

Με διαφορά στήθους


Με ξύπνησε το τηλεφώνημα της Παπαστρουμφ αργά μέσα στη νύχτα. Δεν κατάλαβα και πάρα πολλά. Μου άφησε όμως μια περίεργη αίσθηση. Όταν ξύπνησα το άλλο πρωί, θυμόμουν αμυδρά τη συζήτηση μας. Κάτι μου είχε πει για κάποιο μπλογκ, αλλά δεν έδωσα σημασία. Θα την έπαιρνα και θα μάθαινα λεπτομέρειες. Δεν πρόλαβα όμως. Με πήρε εκείνη να δει πως είμαι.
"Πώς είσαι; Δεν έχεις νεύρα ε; Ένα αστείο ήταν έτσι και αλλιώς." μου είπε με ήρεμο τόνο. "Για ποιό λόγο να έχω νεύρα; Δεν καταλάβαινω." απάντησα απορημένη. Η Παπαστρουμφ κατάλαβε πως δεν θυμόμουν ακριβώς τι μου είχε πει και γι' αυτό δεν είχα μπει ακόμη στο μπλογκ. Η περιέργεια τότε φώτισε τα μάτια μου. Συνδέθηκα γρήγορα και πληκτρολόγησα τη σελίδα που μου έδωσε. Μου είχαν πει και μόνοι τους ο Koykos με τον Diage πως θα έφτιαχναν κοινό μπλογκ, αλλά δεν είχα προλάβει να το τσεκάρω.
Ελάχιστα λεπτά αφότου άνοιξα τη σελίδα άρχισα να ουρλιάζω. Τα νεύρα μου χτύπησαν κόκκινο. Πήρα αμέσως τον Koyko τηλέφωνο. "Καλά ρε δε ντρέπεσαι; Τι είναι αυτά που γράφεις; Άκου εκεί, θέλω να δω την Orestis με ντεκολτέ." του φώναξα. "Δεν περίμενα να σε πειράξει." απολογήθηκε ο καημένος. Υπό άλλες συνθήκες δε θα με πείραζε, αλλά είχα παραμείνει ήσυχη για πολύ καιρό και κάπου έπρεπε να ξεσπάσω. Δυστυχώς για τον Κoyko και τον Diage, μου έδωσαν την κατάλληλη αφορμή.
Έστειλα και στους δύο το ίδιο μήνυμα. "Ραντεβού στις 9 στο σπίτι μου, η επιθυμία σας θα πραγματοποιηθεί." και ήμουν σίγουρη πως θα τσίμπαγαν. Στις 9 ακριβώς χτύπησαν το κουδούνι μου. Τους άνοιξα φορώντας την καπαρντίνα μου, γεγονός που τους προκάλεσε έκπληξη. "Καλά γιατί είσαι ντυμένη με παλτό μέσα στο σπίτι;" με ρώτησε ο Diage. "Θα δεις." του απάντησα αινιγματικά και κατευθύνθηκα προς την κάβα, να μας φτιάξω από ένα ποτό για να χαλαρώσουμε. Ήπια το δικό μου μονορούφι και σηκώθηκα από τον καναπέ. Πήγα στο γραφείο και πήρα ένα μολύβι.
"Λοιπόν; Περιμένουμε να δούμε εκείνο το ντεκολτέ." είπε ο Koykos. "Όχι για πολύ. Θα παίξουμε ένα παιχνίδι." τους είπα. "Τυφλόμυγα. Δεν θα δείτε το ντεκολτέ, θα το νιώσετε." συμπλήρωσα γελώντας και παίζοντας το μολύβι στα δάχτυλα μου. Διασκέδασα απίστευτα με την απορία στο βλέμμα τους, καθώς εκείνοι περίμεναν να δουν και όχι να "τυφλωθούν". Δεν τους κράτησα όμως άλλο σε αγωνία. Άρπαξα το βάζο από το τραπεζάκι του σαλονιού και χτύπησα τον Diage, ο οποίος έπεσε αναίσθητος στον καναπέ. Μετά όρμηξα στον Koyko και με δύο κινήσεις έμπηξα το μολύβι, πρώτα στο αριστερό και ύστερα στο δεξί του μάτι. Έπεσε κάτω ουρλιάζοντας από τους πόνους.
Πήγα και δυνάμωσα το στερεοφωνικό για να μην ακούγεται και μετά πλησίασα τον Diage. Οφείλω να ομολογήσω πως δεν είχε την ίδια πλάκα, καθώς τα μάτια του ήταν κλειστά και δεν μπορούσα να δω εκείνη την τρομαγμένη έκφραση που είχε ο Koykos. Με το που έμπηξα όμως το μολύβι ξύπνησε αμέσως. Σφάδαζε και εκείνος από τον πόνο. Στάθηκα όρθια και τους κοίταζα ανήμπορους να προσπαθούν να σηκωθούν. "Για να πάτε που βρε παιδιά; Αφού δεν βλέπετε τίποτα." είπα ειρωνικά και έβγαλα την καπαρντίνα μου. Το παιχνίδι μας δεν είχε σταματήσει. Κάποια στιγμή σηκώθηκαν και άρχισαν να προσπαθούν να καταλάβουν τι γινόταν καθώς και να βρουν κάποιο τρόπο να φύγουν.
Τους άφησα για λίγα λεπτά και πήγα στην κουζίνα να πάρω το κουζινομάχαιρο. Γύρισα και στάθηκα στο κέντρο του σαλονιού. Το τραπεζάκι όμως δεν το μετακίνησα, αν και μετά τις πρώτες τούμπες έμαθαν να το αποφεύγουν. Κάθε φορά που κάποιος από τους δυο τους με ακουμπούσε, τον μαχαίρωνα στο μέρος του σώματος που με είχε ακουμπήσει. Είχα σκεφτεί και την εναλλακτική να το κόβω, αλλά έτσι θα εξαντλούμουν πολύ πιο γρήγορα. Αυτό διήρκησε πολλές ώρες. Όλο το σπίτι έγινε χάλια, μέσα στα αίματα. Και εγώ το ίδιο.
Ο Koykos και ο Diage όμως αν και ημιλιπόθυμοι ζούσαν ακόμα. Τους κοίταζα αιμόφερτους στο πάτωμα για αρκετή ώρα. Έπειτα τους έβγαλα τις μπλούζες και ξαφνικά με έπιασαν τα γέλια. "Άλλοι ήθελαν να δουν ντεκολτέ, άλλος το βλέπει." μονολόγησα. Έξυσα το μολύβι για να είναι μυτερό, έσκυψα πρώτα πάνω από τον Koyko και του έμπηξα το μολύβι στην καρδιά. Μετά έκανα το ίδιο και στον Diage, με τη διαφορά πως άφησα το μολύβι καρφωμένο πάνω του και σηκώθηκα όρθια. "Το παιχνίδι τελείωσε αγόρια. Νομίζω, πως με φανερή διαφορά στήθους, νικήτρια είμαι εγώ."

[Παιδιά με χιουμοριστική διάθεση πάντα. Δεν με ενόχλησε το ποστ σας, απλά πρέπει να υπερασπιστώ τον τίτλο μου. Και για όσους θέλουν τα πειστήρια του εγκλήματος, εδώ.]