Παρασκευή 2 Μαρτίου 2007

Οι περιπέτειες της Τίας

Ήταν 17,5 η Τία όταν πέρασε στο πανεπίστημιο (επέτυχε θέλουν να λένε οι γονείς της) και έφυγε από το σπίτι. Ήταν καλό παιδί, αν και όχι ήρεμο. Ψαγμένη και ανήσυχο πνεύμα θεωρούσε τον εαυτό της και η αλήθεια είναι πως έτσι την έβλεπαν και όλοι οι άλλοι. Είχε όμως ένα μεγάλο μειονέκτημα. Ζούσε σε ένα ροζ συννεφάκι που δεν της επέτρεπε την πλήρη επαφή με την πραγματικότητα. Ονειροπόλο θεωρούσε τον εαυτό της, αφελή την έλεγαν οι άλλοι και μάλλον αυτή ήταν η αλήθεια. Αλλά ποτέ δεν την ενόχλησε αυτό. Ήξερε πως η ζωή της έκρυβε πολλά και το μόνο που έπρεπε να κάνει ήταν να τα ανακαλύψει. Αποφάσισε να ξεκινήσει με το θέμα άντρες. Ήταν και σε μια τρυφερή ηλικία, οπότε... πέρα από τα μαθήματα και τα λοιπά ενδιαφέροντα της αυτό ήταν το μόνο που την απασχολούσε. Όμορφη δεν την έλεγες την Τία και ας πίστευε ( η καημένη) ότι είναι το ασχημόπαπο που θα γίνει κύκνος. Μια μέρα, απόγευματάκι θαρρώ έπινε καφέ με μια φίλη της ( ΄κάθε φορά που την έβλεπε σκεφτόταν,"έτσι είναι οι ωραίες, έτσι θα γίνω και γω όταν μεγαλώσω") και κατά τη συνήθειά τους έπαιζαν genka. Τραβούσαν τα βλάμματα και μάλιστα μιας παρέας αγοριών που έπαιζαν χαρτιά με στοίχημα και όποιος έχανε έπρεπε να κάνει αυτό που υπαγόρευε το στοίχημα.
τις πλησιάζει κάποια στιγμή ένα χαριτωμένο αγόρι και απευθυνόμενο στην Τία της λέει :" πρέπει να μου δώσεις την κάλτσα σου". Στήλη άλατος έμεινε εκείνη, αλλά το έκανε. Ο κάφες καταναλώθηκε όμως, η νύχτα έπεσε και έπρεπε να φύγουν. Κατεβαίνοντας τα σκαλιά και βγαίνοντας έξω από το μαγαζί, στη γωνία τους περίμενε η παρέα των αγοριών. Το εν λόγω αγόρι πλησίαζει και πάλι την Τία και της δίνει κάτι λέγωντάς της ότι το κέρδισε με την αξία της. Μετά εξαφανίστηκε. Πως χτυπούσε η καρδούλα της. Όταν κίταξε τι ήταν αυτό που κέρδιδε, έμεινε άφωνη. Της είχε δώσει την κάλτσα του. Έψαχναν και ξαναψάχναν οι 2 φίλες να βρουν μέσα κάποιο χαρτάκι με το τηλέφωνό του, αλλά εις μάτην. Το μόνο που υπήρχε, ήταν μια απλή κάλτσα και μάλιστα άπλυτη. Με το τι σήμαινε η κίνηση και ένα γιατί έμεινε η Τία. Το κακό είναι ότι αυτό που δεν ήξερε η Τία τότε (αλλά επίπονα το έμαθε πια) είναι ότι δεν ήταν ούτε το πρώτο ούτε το μοναδικό αναπάντητο γιατί που θα είχε στη ζωή της. Το καλό είναι ότι κράτησε την κάλτσα (αν και μονή) και απέκτησε μια ιστορία που δύσκολα την ζει κανείς.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

" Να κλαίω και να γελάω με την πορέια της ύβρης" που λέει και ο Δεληβοριάς.Πορεία της ύβρης δεν είναι και τα αναπάντητα γιατί? άλλωτε γελάς και μερικές φορές ΚΛΑΙΣ!