Πέμπτη 12 Απριλίου 2007

Η Άναμπελ

"Πρέπει να χάσεις κάτι για να το εκτιμήσεις." αυτό σκεφτόταν ο Τρέη καθώς πήγαινε στο εργαστήριο. Αλλά και όλα όσα τον οδήγησαν σε αυτό το συμπέρασμα.
Είχε κοπιάσει πολύ για να πάρει το διδακτορικό του. Το εθελοντικό εργαστήριο ήταν απλά το κερασάκι στην τούρτα. Τώρα όμως όλα ήταν οκ. Το UCL τον είχε δεχτεί και είχε πάρει μάλιστα και υποτροφία για το διδακτορικό. Όταν θα το τελείωνε θα ήταν πλέον dr Τρέη, στον τομέα της γενετικής. Παρόλο που γκρίνιαζε συνεχώς, η αλήθεια είναι πως απολάμβανε και τη γενετική και την έρευνα και τα εργαστήρια και την Αγγλία γενικά. Του άρεσε που έτρεχε πανικόβλητος να τα προλάβει όλα. Μέσα σε όλο αυτό το χάος έκανε και μαθήματα ελληνικών για να βγάζει κάποια από τα έξοδά του. Ως πότε πια θα πλήρωνε η κυρία Ελένη;
Το μόνο μελανό σημείο στην χαρά του, ήταν η στιγμή που θα έπρεπε(αναγκαστικά άλλωστε) να το ανακοινώσει στην Άναμπελ. Πώς θα της έλεγε ότι δεν γυρνάει Ελλάδα; Το ήθελαν και το περίμεναν και οι δυο τους να είναι ξανά μαζί στην ίδια πόλη μετά από αρκετό καιρό. Πώς θα γκρέμιζε τα όνειρα της; Έπρεπε όμως να το κάνει. Το μέλλον του, όσο σκληρό και αν φαίνεται, είναι η επιστήμη του, δεν μπορεί να την θυσιάσει για έναν έρωτα και ας πρόκειται και για τη γυναίκα της ζωής του. Αυτό λοιπόν έκανε, αλλά το αποτέλεσμα δεν δικαίωσε την επιλογή του. Όχι πως η Άναμπελ δεν θα τον περίμενε.Αυτό άλλωστε που έκανε τη σχέση τους διαρκείας ήταν το γεγονός πως ήταν πάντα (κακώς βέβαια) υποχωρητική. Και η μόνη που θα μπορούσε να ανεχτεί έναν τόσο δύσκολο άνθρωπο όπως ήταν ο Τρέη. Το μόνο που ζήτησε η καημένη ήταν μια υπόσχεση από εκείνον (χωρίς γονείς και τυπικότητες) ότι η σχέση τους είχε κάποια προοπτική και το γεγονός ότι θα τον περίμενε θα είχε σημασία. Ο Τρέη όμως κόλλησε. Φοβήθηκε το νεαρό της ηλικίας του, το ότι δεν είχε ακόμα μόνιμη δουλειά και κυρίως, πράγμα που ποτέ δεν αποκάλυψε σε εκείνη, ότι ήθελε και άλλες εμπειρίες στη ζωή του. Αυτά τους οδήγησαν στο χωρισμό.
Είχε φτάσει ήδη όμως στο πανεπιστήμιο, οπότε η σκέψη του διακόπηκε. Το βράδυ που επέστρεφε στο σπίτι, τον είχε πιάσει το ποιητικό του. "Η αγάπη θα νικήσει, δεν μπορεί να γίνει αλλιώς." έλεγε στον εαυτό του. Τα πάντα ήταν πια ξεκάθαρα στο μυαλό του. Την Άναμπελ ήθελε και μόνο. Δεν ήξερε αν ήταν η γυναίκα της ζωής του, ήξερε πως μόνο εκείνη σκεφτόταν και ήθελε να είναι και πάλι μαζί. Η λύση ήταν απλή. Έπρεπε να διεκδικήσει το ρόλο του κυνηγού. Αυτό έκανε, όπως και κάθε ερωτοχτυπημένος στη θέση του. Υπήρχαν δυσκολίες όμως, εκτός του ότι τα χιλιόμετρα που τους χώριζαν πολλά, δεν ήθελε να το ζητήσει ευθέως. Επιθυμούσε ένα πιο ρομαντικό τρόπο να της δείξει πως την ήθελε ξανά. Την βρήκε όμως την άκρη. Κανόνισε ο αθεόφοβος κάθε μέρα στις 12 το μεσημέρι (ώρα Ελλάδας) η Άναμπελ να βρίσκει στην πόρτα της ένα κατακόκκινο τριαντάφυλλο. Χωρίς όνομα αποστολέα. Το μυστήριο εξυπηρετούσε άλλωστε το σκοπό του. Αν τον ήθελε ακόμα, θα καταλάβαινε πως ήταν εκείνος και θα αντιδρούσε. Με κάποιο τρόπο θα αντιδρούσε και η αγάπη θα νικούσε. Για μέρες τα έστελνε τα λουλούδια και για μέρες δεν είχε δει καμία αντίδραση από τη μεριά της. "Κάτι θα πήγε στραβά. Δεν γίνεται αλλιώς."΄προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό του.
Στην Ελλάδα εν τω μεταξύ τα πράγματα κυλούσαν με διαφορετικούς ρυθμούς. Η Άναμπελ προσπαθώντας να τον ξεχάσει, το είχε ρίξει στο διάβασμα για το μεταπτυχιακό της. Της πήγαινε καλά. Γνωριμίες με τα άλλα παιδιά, συναντήσεις, βόλτες, επιτέλους απέκτησε μια ζωή που δεν περιελάμβανε τον Τρέη, αλλά ήταν εξίσου ωραία. Την γέμιζε η καθημερινότητα της. Προσπαθούσε να κάνει μια νέα αρχή και ήταν σε πολύ καλό δρόμο. Η μονή στιγμή που διατάρασσε την ηρεμία της ήταν η στιγμή της παράδοσης, "της παράδοσης της ψυχής της" στον ήχο του κουδουνιού. Αυτό το κουδούνι. Στην άρχη κολακεύτηκε, αλλά μετά... "Πάλι ο ανθοπώλης; Μα τι θέλει; Δεν αντέχω άλλο. Κάθε μέρα το ίδιο βιολί. Μόλις πάει 12 η ώρα ντρινννν. Έχετε παράδοση μου λέει. Ναι, της ψυχής μου. Άστα, Κατερινάκι. Δεν το βάζει κάτω με τίποτα σου λέω." έτσι έλεγε στη φίλη της στο τηλέφωνο. Η απάντηση που έπαιρνε βέβαια..."΄Άλλες θα παρακαλούσαν να είναι στη θέση σου βρε χαζή" ούρλιαζε η Κατερίνα στην άλλη άκρη της γραμμής. "Άλλες μπορεί. Εγώ όχι. Εγώ θέλω ο άλλος να έχει τα κότσια και να παραδεχτεί ότι με αγαπάει. Έτσι στα κρυφά χαίρω πολύ. Και γω έτσι αγαπώ όλο τον κόσμο. Εγώ θέλω να έρθει και να μου πει, σε θέλω. Στα μούτρα μου. Να βλέπω την έκφρασή του όταν το λέει." βροντοφώναζε η Άναμπελ. Πόσο της είχε λέιψει η χρήση του εγώ όσο ήταν με τον Τρέη. Τόσο που πλέον το έλεγε συνεχώς, σαν αντιλάλος ακουγόταν εγώ, εγώ, εγώ, εγώ. Δεν την ένοιαζε αν θα την θεωρούσαν εγωκεντρική, την ενδιέφερε που τώρα μπορούσε να το λέει ελεύθερα, αβίαστα και χωρίς ενοχές, σαν φωτεινή επιγραφή με μεγάλα γράμματα ΕΓΩ.
Ο Τρέη δεν άντεξε άλλη σιωπή και με την πρώτη ευκαιρία έφυγε για Ελλάδα. Ήταν αποφασισμένος να ανακαλύψει τι είχε συμβεί και η Άναμπελ δεν έδειξε ουδεμία αντίδραση τόσο καιρό (μήνες το λελουδικό, κόκκινο η πιστωτική). Πλέον ήταν σίγουρος. Ήταν η γυναίκα που ήθελε να έχει δίπλα του. "Μόνο η Άναμπελ με καταλαβαίνει." έλεγε και ξανάλεγε στους φίλους του. Η πλήρης αλήθεια θα ήτο βεβαίως βεβαίως "μόνο η Άναμπελ μπορεί να με ανεχτεί.", αλλά σε τέτοιο βαθμό δεν είχε πέσει ακόμα ο εγωισμός του.
Όταν πλησίαζε στο σπίτι της, η καρδιά του κόντευε να του βγει από το στόμα. "Πώς θα χτυπήσω το κουδούνι; Τι θα της πω;" σκεφτόταν τα απιστεύτα μέχρι να φτάσει στην είσοδο της πολυκατοικίας. Η μοίρα όμως τον γλύτωσε από όλες τις σκέψεις που πέρασαν από το μυαλό του. Ειδικά όταν την είδε να βγαίνει αγκαλιά με έναν όμορφο νεαρό, δεν είχε καν λέξεις να ψελλίσει. Η μοναδική πρόταση που κατάφερε να αρθρώσει ήταν "Νόμιζα πως η αγάπη θα νικήσει." που ήταν και το σημείωμα που συνόδευε το τελευταίο λουλούδι που της έστειλε πριν να έρθει ο ίδιος.
" Μα η αγάπη νίκησε. Η αγάπη που με έδεσε με τον Ιάσονα. Βλέπεις, τώρα πια υπάρχω και εγώ. Και ο Ιάσονας μπορεί να δει και κάποιον πέρα από τον εαύτό του." αυτές ήταν οι μόνες λέξεις που αντάλλαξαν οι δυο τους. Μετά από αυτό ο Τρέη δεν είχε τίποτα να πει. Ο εγωισμός του ήταν που έκανε τον Ιάσονα τόσο όμορφα διαφορετικό στα μάτια της Άναμπελ. Το γιατί (που ποτέ δεν αναρωτήθηκε ο Τρέη, καθώς την απάντηση την ήξερε) απλό, υπολόγιζε κάποιον άλλο εκτός από τον εαυτό του σε μια σχέση, τον άμεσα ενδιαφερόμενο.
Ο Τρέη όμως αποδείχτηκε σωστός σε αυτό που πίστευε εξαρχής. Η ΑΓΑΠΗ ΝΙΚΑΕΙ. Η αγάπη που ένιωσαν ο Ιάσονας και η Άναμπελ είχε νικήσει.

2 σχόλια:

tyharpastos είπε...

Για να πιστέψουμε ότι νικάει η αγάπη, θα μας εξυπηρετούσε να παρακολουθήσει ο αφηγητής μερικά επεισόδια της σχέσης του Ιάσονα και της Ανναμπελ και να επανέλθει.
Μέχρι τότε κρατώ μια επιφύλαξη.
Μ' έρεσε η σουρεάλ σύλληψη των ονοματων των δυο ηρώων. (Ανναμπελ θαρρώ ήταν και η νεαρή αγγλίδα σα ¨Κορίτσια στον ήλιο")
Καλημέρα

orestis είπε...

Ομολογώ πως δεν θυμόμουν πως και την ηρωίδα στα "Κορίτσια στον ήλιο" την έλεγαν Άναμπελ.Εμένα μου ήρθε ως συνειρμός από το Κλάραμπελ (λατρεμένη). Θα το σκεφτώ πολύ σοβαρά να επανέλθω στη σχέση της αγάπης. Πιθανότατα με ένα καυγά(άγάπη χωρίς πείσματα δεν έχει νοστιμάδα που λένε και οι παλιοί) όπου τρέχει η Άναμπελ και ο Ιάσονας φωνάζει "στάσου. στάσου μη φεύγεις. τριαντάφυλλο."
Καλημέρα σας