Παρασκευή 11 Μαΐου 2007

Από τη Βραζιλία με αγάπη

"Όλα τα ζευγάρια περνάνε κρίση οπότε δεν με ανησυχεί πολύ. Αυτό που με προβληματίζει...Ακούω κλειδιά. Αννούλα μου τα λέμε μετά. Σας περιμένω το βραδάκι όπως πάντα." έκλεισε το τηλέφωνο βιαστικά, αλλά δεν άντεχε την σκέψη να την πει ο Μάνος κουτσομπόλα. Έκτος του ότι δεν ίσχυε, η Ράνια ήταν τόσο ευερέθιστη που θα πυροδοτούσε καυγά μεταξύ τους. "Ράνια, γύρισα. Που είσαι;" ακούστηκε η φωνή του Μάνου. "Εδώ στο γραφείο."
Όπως πάντα έφτιαξε 2 ποτάκια και κάθισαν να τα πουν μέχρι να έρθει η Άννα με τον Τάκη για φαγητό. Κάθε Παρασκευή είτε έρχονταν εκείνοι είτε πήγαιναν αυτοί σπίτι τους. Ήταν μια συνήθεια που είχαν αποκτήσει από τα φοιτητικά τους χρόνια. Παλιότερα συζητούσαν με τις ώρες οι δυο τους. Έίχαν "δέσει" από την πρώτη στιγμή της γνωριμίας τους. Μοιραζόνταν τα ίδια όνειρα, είχαν τα ίδια γούστα. Έμοιαζαν λες και ήταν γεννημένοι ο ένας για τον άλλο. Όλοι πίστευαν πως θα κατέληγαν μαζί, παντρεμένοι και ευτυχισμένοι. Και είχαν μαντέψει σωστά, εκτός βέβαια από το ευτυχισμένοι, μου έμοιαζε πλέον ξεθωριασμένο χρώμα στον καμβά της ζωής τους. Έτσι το περιέγραφε τουλάχιστον η Ράνια στην καλύτερη της φίλη, την Άννα. Η ίδια το είχε σκεφτεί αρκετά, για τον Μάνο δεν ήξερε. Απέφευγαν συστηματικά να το κουβεντιάζουν. Εκείνη το απέδιδε στην μεταμόρφωση του Μάνου σε γιάπη, ενώ η ίδια είχε παραμείνει πιστή ιδεολόγος. Ταίριαζε και στο "επάγγελμα" της, ζωγράφος και μάλιστα ταλαντούχα. Ο δε Μάνος το είχε γυρίσει στη γραφιστική και δούλευε σε διαφημιστική εταιρία. ΄
Ευτυχώς δεν τσακώθηκαν μέχρι να έρθουν τα παιδιά και η υπόλοιπη νύχτα κύλησε αναίμακτα. Μετά το φαγητό, το καθιερωμένο ουισκάκι τους και οι άντρες στο γραφείο για πούρο. Έτσι τα έλεγαν και εκείνες πιο άνετα. "Λοιπόν; Τώρα που μπορείς ολοκλήρωσε τον προβληματισμό σου." ξεκίνησε η Άννα την κουβέντα. "Αχ Άννα μου. Δεν είναι ένας απλός προβληματισμός. Μάλλον μια βεβαιότητα. Το ξέρω καιρό, αλλά πίστευα πως αν δεν μιλήσω γι'αυτο, δεν θα υπάρχει. Πόσο αφελής είμαι τελικά. Στην αρχή ήταν μόνο ένα συναίσθημα. Ένιωθα πως ο Μάνος δεν με υπολογίζει στη ζωή του. Ότι δεν ήμουν πια κομμάτι της, αλλά ένα διάλειμμα από αυτήν. Με τον καιρό έπαψε να είναι απλά ένα συναίσθημα και έγινε βεβαιότητα.Όχι μόνο δεν ήμουν κομμάτι της ζωής του, αλλά ανάκαλυψα πως είχε και μια άλλη ζωή. Δούλευε πολύ και με έβλεπε ακόμα λιγότερο. Μετά ήρθαν τα ταξίδια και τα περίεργα "επαγγελματικά" τηλεφωνήματα μέσα στη νύχτα. Δεν θέλει και πολύ μυαλό έτσι δεν είναι;" μονολόγησε η Ράνια. "Καλα είσαι σίγουρη; Θέλω να πω ότι ο Μάνος δεν είναι ο τύπος του άντρα που θα σε απατούσε. Είσαι σίγουρη;" ρωτούσε έκπληκτη η Άννα. "Ναι, μην με ρωτήσεις, αλλά ναι . Και πίστεψε με του έδωσα πολλές ευκαιρίες ή για να μου το πει ή για να αλλάξει κάτι. Αλλά ο κύριος έχει βολευτεί. Ξέρω τι σκέφτεσαι τώρα. Τι θα κάνω ε; Θα φύγω για κανά μήνα περίπου. Με περιμένει η Αγάθη στην Αγγλία. Και καλά για ένα σεμινάριο τεχνικής για το χρώμα. Όταν με το καλό γυρίσω βλέπουμε. Πιθανόν μια συζήτηση εφ' όλης της ύλης και μετά βλέπουμε." απάντησε εκείνη.
Όταν έμειναν μόνοι τους, του ανακοίνωσε ότι έφευγε. Περισσότερο ανακουφισμένος έδειξε παρά λυπημένος που θα έλειπε για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα. Της είπε μόνο ότι πίστευε πως λίγος καιρός χώρια θα τους έκανε καλό, θα ανανέωνε τη σχέση τους. "Ναι καλά. Εγώ αλλιώς τα έχω σκεφτεί μωρό μου." σκεφτόταν η Ράνια όταν της το έλεγε. Η μέρα της αναχώρησης της έφτασε. Την πήγε μέχρι το αερόδρομιο, ευγενικός πάντα και για να βεβαιωθεί ότι θα φύγει.
Η Άννα κοίταξε το ρολόι της. "Πρέπει να κοντεύει να φτάσει. Πόσο μου έλειψε η φιλενάδα μου. Προλαβαίνω να πεταχτώ να της πάρω κάτι και να γυρίσω, σε περίπτωση που τηλεφωνήσει. Κατεβαίνοντας στην είσοδο κοίταξε το γραμματοκιβώτιο. Τίποτα για την ίδια, μόνο φυλλάδια για delivery και μια card-postal. Ζήλευε όταν έβλεπε κάρτες, γιατί της άρεσαν αλλά ποτέ καμία δεν ήταν για εκείνη. "Βραζιλία ε; Ποιός τυχερός πήγε και σε ποιον την στέλνει; Δεν είναι κακό να δω." σκέφτηκε και πήρε να την διαβάσει. Στήλη άλατος έμεινε. Η κάρτα ήταν για εκείνη και ήταν από την Ράνια. "Καλά τι κάνει εκεί;" είπε μέσα της και έσπευσε να διαβάσει το περιεχόμενο. " Αγαπημένη μου Άννα. Είσαι η πρώτη που μαθαίνει τα νέα μου. Θα σου στείλω και γράμμα με τις λεπτομέρειες. Στο αεροπλάνο για το Λονδίνο γνώρισα τον Τζόε και ερωτευτήκαμε παράφορα. Το ταξίδι στην Βραζιλία το είχα προγραμματίσει, στην Αγγλία θα έμενα μόνο μία εβδομάδα. Ο Τζόε απλά αποφάσισε να με ακολουθήσει. Είμαστε καλά και σύντομα θα έρθουμε Ελλάδα. Το αν θα μείνουμε ή όχι θα φανεί στην πορεία. Ααα, ο Τζόε είναι γλύπτης και θα ανοίξουμε μαζί το ατελιέ που λέγαμε με τον Μάνο και δεν κάναμε ποτέ. Σε φιλώ Ράνια." γέλασε η Άννα, αλλά πιο πολύ με το υστερόγραφο, που έλεγε να πάρει τηλέφωνο τον Μάνο να δει αν είναι καλά,γιατί είχε λάβει μια παρόμοια κάρτα.
Όντως ο Μάνος είχε λάβει το ίδιο πρωί μια κάρτα που έγραφε: "Μάνο. Σε περίπτωση που δεν το κατάλαβες σε άφησα, σε άφησα για να φύγω με τον Τζόε. ΄Στην Αγγλία θα πήγαινα μόνο μία εβδομάδα για να δω την Αγάθη και να συναντήσω τον Τζόε για να φύγουμε μαζί. Θα ανοίξουμε ατελιέ, το κάποτε δικό μας ατελιέ αν θυμάσαι. Ελπίζω όλα να σου πάνε καλά. Από την Βραζιλία με αγάπη Ράνια."
Το γεγονός ότι η συνάντηση με τον Τζόε ήταν τυχαία δεν το ανέφερε φυσικά στον Μάνο. Έτσι θα πονούσε περισσότερο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: